Αυτό το άρθρο είναι επίσης διαθέσιμο στα: Γαλλικα

Περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη του γάλακτος της παγολεκάνης κατά τη διάρκεια της παραγωγικής περιόδου

Όνομα ενημερωτικού φύλλου: Περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη του γάλακτος της παγολεκάνης κατά τη διάρκεια της παραγωγικής περιόδου

Ανάγκη / ζήτημα: Συσταση του γάλακτος (περιεχόμενο Λίπους και Πρωτεινης)

Εισαγωγή: Το πρόβειο γάλα προορίζεται συνήθως για παρασκευή τυριού είτε στην εκμετάλλευση είτε στη γαλακτοβιομηχανία. Στην προκειμένη περίπτωση, ο κλάδος καθορίζει γενικά τις τιμές του γάλακτος βάση ποιότητας (κυρίως όσον αφορά την περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη) και μπορεί ακόμη και να επιβάλλει πρόστιμα όταν δεν επιτυγχάνονται τα ελάχιστα επίπεδα.. Ως εκ τούτου, η αποτελεσματικότητα της διαδικασίας τυροκόμησης και η κερδοφορία της γαλακτοπαραγωγικής προβατοτροφίας σχετίζονται με την περιεκτικότητα του γάλακτος σε λίπος και πρωτεΐνη, οπότε είναι απαραίτητο να διατηρούνται τα κατάλληλα επίπεδα καθ’ όλη τη διάρκεια της γαλακτικής περιόδου. Το παρόν ενημερωτικό φύλλο προσπαθεί να παράσχει μια σύντομη επισκόπηση ορισμένων από τα κύρια ζητήματα που επηρεάζουν την περιεκτικότητα του πρόβειου γάλακτος σε λίπος και πρωτεΐνη, ιδίως για την αποφυγή της υποβάθμισης της σύστασης του γάλακτος στην αρχή της περιόδου μέσω της διαχείρισης της διατροφής, καθώς και την εξέλιξη της περιεκτικότητας σε λιπος και πρωτεΐνη κατά τη διάρκεια της γαλακτικής περιόδου .

    Διαχείριση των ποιοτικών χαρακτηριστικών του γάλακτος κατά τη διάρκεια της γαλακτικής περιόδου

    Η πρόκληση

    Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του γαλακτος της παγολεκάνης (κυρίως όσον αφορά την περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη) παρουσιάζουν σημαντική μεταβλητότητα μεταξύ των κοπαδιών και εξελίσσονται διαφορετικά κατά τη διάρκεια της γαλακτικής περιόδου, ανάλογα με το σύστημα εκτροφής και τις πρακτικές διατροφής και διαχείρισης. Στο πλαίσιο των συστημάτων πληρωμών που βασίζονται στην ποιότητα του γάλακτος που εφαρμόζουν συνήθως οι γαλακτοβιομηχανίες στις χώρες της ΕΕ, αυτά τα διαφορετικά πρότυπα εξέλιξης μπορεί να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην τιμή του γάλακτος που λαμβάνουν οι κτηνοτρόφοι.

    Τρέχουσα γνώση

    Η περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη γάλακτος ενός υγιούς προβάτου εξαρτάται από:

    1. το ύψος της γαλακτοπαραγωγής, η οποία εξαρτάται κυρίως από :
      • Φυλή των προβάτωνκαι η γενετική αξία, καθώς αυτά καθορίζουν αρχικά το παραγωγικό δυναμικό ενός γαλακτοπαραγωγού προβάτου
      • Ηλικία και γαλακτική περίοδος: οι υψηλότερες αποδόσεις σε γάλα επιτυγχάνονται σε ηλικία γύρω στα 4-6 έτη or 45 σε εποχιακά συστήματα εκτροφής, οι τοκετοί που αντιστοιχούν στις νεαρές προβατίνες (ή στα θηλυκά που γεννούν για πρώτη φορά γύρω στους 12-13 μήνες) είναι συνήθως οι τελευταίοι της περιόδου των τοκετων.
      • Ημέρες στη γαλακτοπαραγωγή: η γαλακτοπαραγωγή αυξάνεται μέχρι την επίτευξη της μέγιστης παραγωγής (περί τις 21-30 ημέρες μετά τον τοκετό) και στη συνέχεια μειώνεται με γρηγορότερο ή αργοτερο ρυθμό (“εμμονή γαλακτοπαραγωγής”) μέχρι το τέλος της γαλακτοπαραγωγής (βλ. Σχήμα 1),
      • Πολυδυμίαή αριθμός γεννηθέντων αρνιών): η απόδοση σε γάλα αυξάνεται με τον αριθμό των γεννηθέντων αρνιών;
      • Εποχή του έτους: η σχέση της εποχής τοκετού με την ποσότητα (και την ποιότητα) του γάλακτος είναι πιο σύνθετη. Είναι γενικά αποδεκτό ότι οι γαλακτοπαραγωγές που ξεκινούν σε ευνοϊκότερες εποχές (άνοιξη) τείνουν να παρουσιάζουν υψηλότερες μέγιστες αποδόσεις (αν και οι γαλακτοπαραγωγές είναι συνήθως μικρότερες) σε σύγκριση με εκείνες που ξεκινούν το χειμώνα. Ωστόσο, υπάρχουν διαφορές ανάλογα με το σύστημα εκτροφής και φυλων , πιθανώς λόγω των διαφορών στις πρακτικές διατροφής και διαχείρισης.

    Όσον αφορά την εποχή, η περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη τείνει να είναι υψηλότερη κατά τις ψυχρές εποχές και να μειώνεται το καλοκαίρι λόγω των θερμών καιρικών συνθηκών.

    • Δείκτης θρέπτικης κατάστασης (ΔΘΚ).Δείκτης θρέπτικης κατάστασης Συνιστάται το πρόβατο να έχει ΔΘΚ 2,75-3 κατά τον τοκετό, ώστε να μπορέσει να κινητοποιήσει τα αποθέματα του σώματός του κατά την έναρξη της γαλακτοπαραγωγής, όταν οι διατροφικές απαιτήσεις θα είναι υψηλές και η ικανότητα πρόσληψης είναι ακόμη περιορισμένη, και έτσι να μπορέσει να επιτύχει τη μέγιστη δυνατή απόδοση που δίνει η γενετική του αξία. Μετά από αυτή την περίοδο κινητοποίησης των αποθεμάτων, η διατροφή θα πρέπει να είναι αρκετή για να καλύψει τις απαιτήσεις της γαλακτοπαραγωγής (και όχι για να περιορίσει τις δυνατότητες παραγωγής) και να επιτρέψει την αποκατάσταση των αποθεμάτων του οργανισμού.

    Τα μοτίβα της γαλακτοπαραγωγής και η εξέλιξη της περιεκτικότητας σε λίπος και πρωτεΐνη μιας “τυπικής” καμπύλης γαλακτοπαραγωγής ( μην λαμβάνετε υπόψη τις συγκεκριμένες τιμές του γραφικού) παρουσιάζονται στο Σχήμα 1: η περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη είναι υψηλή αμέσως μετά τον τοκετό, αλλά στη συνέχεια μειώνεται γρήγορα και παρουσιάζει ελάχιστα επίπεδα γύρω από την μέγιστη γαλακτοπαραγωγή και αυξάνεται στη συνέχεια μέχρι το τέλος της γαλακτοπαραγωγής.

    Σχήμα 1 – Εξέλιξη της γαλακτοπαραγωγής, της περιεκτικότητας σε λίπος και πρωτεΐνη κατά τη διάρκεια της γαλακτοπαραγωγής (δεδομένα ενός μεμονωμένου προβάτου)

    1. Διαχείριση διατροφής: Το ύψος της γαλακτοπαραγωγης και η σύσταση του γάλακτος (λίπος, πρωτεΐνες, καζεΐνη και πρωτεΐνες ορού, αλλά όχι λακτόζη) είναι αρνητικά συσχετισμένες στα πρόβατα, υποδεικνύοντας την ανάγκη εξεύρεσης ισορροπίας μεταξύ των πρακτικών διατροφής που αυξάνουν την γαλακτοπαραγωγή και μειώνουν την συσταση . Το υψος και η ποιότητα της γαλακτοπαραγωγής εξαρτώνται από το επίπεδο πρόσληψης (ποσότητα ζωοτροφών ή ενέργειας που καταναλώνεται) και τη σύνθεση ή την ποιότητα των συστατικών του σιτηρεσίου.
    • Επίπεδο πρόσληψης.. Ένα υψηλό επίπεδο πρόσληψης (ή επίπεδο διατροφής – δηλαδή η ποσότητα ενέργειας που καταναλώνεται από το πρόβατο) συνεπάγεται γενικά υψηλή γαλακτοπαραγωγή και ελαφρά αύξηση της περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες και καζεΐνη στο γάλα. Αντίθετα, μειώνει την περιεκτικότητα του γάλακτος σε λίπος. Στην πραγματικότητα, οι εξαιρετικά υψηλές αναλογίες συμπυκνωμάτων προς χονδροειδή (π.χ. 80:20) συνήθως προκαλούν το σύνδρομο χαμηλής περιεκτικότητας σε λίπος στο γάλα). Ως εκ τούτου, πρέπει να εξασφαλίζεται η πρόσληψη ζωοτροφών σε επαρκή ποσότητα και ποιότητα.
    • Σύνθεση των συμπυκνωμένων ζωοτροφών
      • Συμπλήρωματικές ζωοτροφές εμπλουτισμένες με λιπαρά. Γενικά, η διατροφή των προβάτων με πρόσθετο λίπος που αντιπροσωπεύει έως και 4-5% του λίπους επί της συνολικής ΞΟ, οδηγεί σε αύξηση της περιεκτικότητας του γάλακτος σε λίπος. Όμως, οι υψηλότερες συγκεντρώσεις λίπους στο σιτηρέσιο μπορεί να οδηγήσουν σε μείωση του λίπους του γάλακτος. Ανάλογα με την ζωοτροφή ή την πηγή λίπους, το προφίλ των λιπαρών οξέων του λίπους του γάλακτος μπορεί να αλλάξει προς ένα πιο υγιεινό πρότυπο (περισσότερα ακόρεστα λιπαρά οξέα). τα ψυχρής έκθλιψης συμπιεσμένα “κέικ” ή τα έλαια από ελαιοκράμβη, ηλίανθο, λινάρι κ.λπ. μπορούν να αποτελέσουν ενδιαφέρουσες ζωοτροφές για το σκοπό αυτό.
      • Παροχή διαιτητικών πρωτεϊνών. Η πρωτεΐνη στο γάλα είναι πολύ πιο δύσκολο να τροποποιηθεί διατροφικά από ό,τι το λίπος. Γενικά, η συγκέντρωση της ακατέργαστης πρωτεΐνης της ζωοτροφής επηρεάζει το υψος της γαλακτοπαραγωγής, αλλά όχι το ποσοστό της πρωτεΐνης του γάλακτος, και έτσι η απόδοση της πρωτεΐνης αυξάνεται. Ωστόσο, όταν η διατροφή είναι ανεπαρκής σε ακατέργαστη πρωτεΐνη, πράγμα που συμβαίνει συχνά όταν τα πρόβατα τρέφονται με κακής ποιότητας χορτονομή, η περιεκτικότητα του γάλακτος σε πρωτεΐνη μειώνεται. Για σιτηρέσια με φαινομενικά υψηλή περιεκτικότητα σε διαιτητική ακατέργαστη πρωτεΐνη, αλλά το ποσοστό πρωτεΐνης γάλακτος είναι χαμηλό, αυτό μπορεί να σημαίνει περίσσεια μη αποικοδομήσιμης πρωτεΐνης στο σιτηρέσιο (αυτό συμβαίνει συνήθως στην περίπτωση πολύ νεαρών χόρτων ή κακώς διατηρημένων ενσιρωμάτων).
    • Η συγκέντρωση λίπους (%) συνήθως συσχετίζεται θετικά με τη συγκέντρωση ουδέτερων φυτικών ινών (NDF) στη διατροφή. Τα συνιστώμενα επίπεδα NDF δεν πρέπει να πέφτουν κάτω από το 30-32% της ΞΟ στο σιτηρέσιο για να αποφευχθεί η χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά στο γάλα. Ωστόσο, οι ζωοτροφές με πάνω από αυτό το επίπεδο ΞΟ δεν παρουσιάζουν περαιτέρω αύξηση της συγκέντρωσης λίπους στο γάλα.

    Μια σημαντική πτυχή των διαιτητικών ινών σχετίζεται με την ποιότητά τους. Και όσον αφορά την ποιότητά τους, οι ψυχανθρώδεις φυτικές ίνες, όπως οι NDF που προέρχονται από τη μηδική, είναι πιο εύπεπτες και οδηγούν σε μεγαλύτερη εκούσια πρόσληψη. Κατά συνέπεια, το γάλα που παράγεται με ζωοτροφές που βασίζονται σε βοσκότοπους είναι συνήθως πιο πλούσιο σε λίπος και πρωτεΐνες από αυτό που παράγεται από πρόβατα που διατηρούνται σε εσωτερικούς χώρους και τρέφονται με σανό και ενσιρώματα, ιδίως όταν οι βοσκότοποι είναι πλούσιοι σε ψυχανθή. Ως εκ τούτου, πρέπει να δοθεί προσοχή στη σύνθεση του βοσκότοπου.

    Ωστόσο, όταν τα συστήματα βόσκησης συγκρίνονται με τα συστήματά εσωτερικού χώρου, τα συστατικά του γάλακτος (λίπος, πρωτεΐνη, λακτόζη) φαίνεται να επηρεάζονται μάλλον λιγότερο από τον τύπο του συστήματος εκτροφής παρά από το ύψος της γαλακτοπαραγωγής, και έτσι οι διαφορές εξαρτώνται από την ποσότητα της καταναλισκόμενης ενέργειας.

    Επίσης, η επίδραση του συστήματος διατροφής των προβατίνων στη σύνθεση του γάλακτος έχει τύχει μεγάλης προσοχής στο παρελθόν και είναι ευρέως αποδεκτό ότι το σύστημα διατροφής έχει σημαντικές επιπτώσεις στη σύνθεση των Λιπαρών οξέων με ιδιαίτερη έμφαση στα ωφέλιμα για την υγεία συστατικά των ακόρεστων λιπαρών οξέων (UFA), ιδιαίτερα του CLA (συζευγμένο λινολεϊκό οξύ). Οι συγκεντρώσεις CLA στο γάλα είναι υψηλότερες όταν τα ζώα βόσκουν σε βοσκότοπο. Αυτό οφείλεται στην υψηλότερη πρόσληψη πολυακόρεστων λιπαρών οξέων στους βοσκότοπους σε σύγκριση με τις αποξηραμένες χορτονοµές. Η ωριμότητα της χορτονομής φαίνεται επίσης να είναι ένας σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει τη συγκέντρωση CLA στο γάλα. Στα μηρυκαστικά η πρόσληψη ζωοτροφών που περιέχουν χορτονομές στο πρώιμο στάδιο ανάπτυξης αυξάνει την περιεκτικότητα του γάλακτος σε CLA σε σύγκριση με τις ζωοτροφές που περιλαμβάνουν χορτονομές όψιμης ανάπτυξης ή δεύτερης κοπής.

    1. Μήνας τοκετού: Η επίδραση αυτή προκύπτει συνήθως από το συνδυασμό της κοινής επίδρασης της φωτοπεριόδου, των καιρικών και περιβαλλοντικών συνθηκών, της διαθεσιμότητας των βοσκοτόπων και της διαχείρισης. Επομένως, μπορεί να είναι πολύ συγκεκριμένο για κάθε παραγωγικό σύστημα. Σύμφωνα με αρκετούς συγγραφείς που εργάζονται με διαφορετικές φυλές, όπως η Comisana (Sevi et al. 2003), η Tsigai, η βελτιωμένη Valachian, η Lacanune (Oravcova et al. 2007), ή η Latxa (Pineda et al., προσωπική επικοινωνία), η χαμηλότερη περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη εντοπίζεται συνήθως στις προβατίνες που γεννούν το χειμώνα (Ιανουάριο και Φεβρουάριο) σε σύγκριση με τις προβατίνες που γεννούν την άνοιξη (Μάρτιο-Απρίλιο), ή το φθινόπωρο (Οκτώβριο-Νοέμβριο).
    1. Όσον αφορά την ποιότητα του γάλακτος της παγολεκανης, πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η σύνθεση της ομάδας αρμέγματος (όσον αφορά τα χαρακτηριστικά των προβάτων που αποτελούν την ομάδα: ηλικία, ημέρες από την ημερομηνία τοκετού):
    • Όταν τα περισσότερα πρόβατα γεννήσουν και αρχίσουν να αρμέγονται περίπου ταυτόχρονα, η περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη του γάλακτος της παγολεκάνης θα εξελιχθεί με παρόμοιο τρόπο όπως στην περίπτωση της καμπύλης γαλακτοπαραγωγής ενός μεμονωμένου προβάτου: υψηλότερη απόδοση γάλακτος και χαμηλότερη περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη στην αρχή της περιόδου αρμέγματος και στη συνέχεια αρκετά γρήγορη αύξηση της περιεκτικότητας σε λίπος και πρωτεΐνες καθώς μειώνεται η ποσότητα του γάλακτος.
    • Ωστόσο, εάν το κοπάδι ακολουθεί ένα πιο διεσπαρμένο μοτίβο τοκετών καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους (αρκετές περίοδοι τοκετών ή περίοδοι αιχμής τοκετών), θα υπάρχουν διαφορετικές παρτίδες προβάτων που θα ενταχθούν στην ομάδα αρμέγματος (με υψηλές γαλακτοπαραγωγές και χαμηλότερη περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη). Το αποτέλεσμα είναι ότι τόσο η συνολική ποσότητα του παραγόμενου γάλακτος όσο και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά θα εξελίσσονται με πιο σταθερό και σταθερό τρόπο.

    Διαχείριση των ποιοτικών χαρακτηριστικών του γάλακτος κατά τη διάρκεια της γαλακτικής περιόδου

    Η πρόκληση

    Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του γαλακτος της παγολεκάνης (κυρίως όσον αφορά την περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη) παρουσιάζουν σημαντική μεταβλητότητα μεταξύ των κοπαδιών και εξελίσσονται διαφορετικά κατά τη διάρκεια της γαλακτικής περιόδου, ανάλογα με το σύστημα εκτροφής και τις πρακτικές διατροφής και διαχείρισης. Στο πλαίσιο των συστημάτων πληρωμών που βασίζονται στην ποιότητα του γάλακτος που εφαρμόζουν συνήθως οι γαλακτοβιομηχανίες στις χώρες της ΕΕ, αυτά τα διαφορετικά πρότυπα εξέλιξης μπορεί να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην τιμή του γάλακτος που λαμβάνουν οι κτηνοτρόφοι.

    Τρέχουσα γνώση

    Η περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη γάλακτος ενός υγιούς προβάτου εξαρτάται από:

    1. το ύψος της γαλακτοπαραγωγής, η οποία εξαρτάται κυρίως από :
      • Φυλή των προβάτωνκαι η γενετική αξία, καθώς αυτά καθορίζουν αρχικά το παραγωγικό δυναμικό ενός γαλακτοπαραγωγού προβάτου
      • Ηλικία και γαλακτική περίοδος: οι υψηλότερες αποδόσεις σε γάλα επιτυγχάνονται σε ηλικία γύρω στα 4-6 έτη or 45 σε εποχιακά συστήματα εκτροφής, οι τοκετοί που αντιστοιχούν στις νεαρές προβατίνες (ή στα θηλυκά που γεννούν για πρώτη φορά γύρω στους 12-13 μήνες) είναι συνήθως οι τελευταίοι της περιόδου των τοκετων.
      • Ημέρες στη γαλακτοπαραγωγή: η γαλακτοπαραγωγή αυξάνεται μέχρι την επίτευξη της μέγιστης παραγωγής (περί τις 21-30 ημέρες μετά τον τοκετό) και στη συνέχεια μειώνεται με γρηγορότερο ή αργοτερο ρυθμό (“εμμονή γαλακτοπαραγωγής”) μέχρι το τέλος της γαλακτοπαραγωγής (βλ. Σχήμα 1),
      • Πολυδυμίαή αριθμός γεννηθέντων αρνιών): η απόδοση σε γάλα αυξάνεται με τον αριθμό των γεννηθέντων αρνιών;
      • Εποχή του έτους: η σχέση της εποχής τοκετού με την ποσότητα (και την ποιότητα) του γάλακτος είναι πιο σύνθετη. Είναι γενικά αποδεκτό ότι οι γαλακτοπαραγωγές που ξεκινούν σε ευνοϊκότερες εποχές (άνοιξη) τείνουν να παρουσιάζουν υψηλότερες μέγιστες αποδόσεις (αν και οι γαλακτοπαραγωγές είναι συνήθως μικρότερες) σε σύγκριση με εκείνες που ξεκινούν το χειμώνα. Ωστόσο, υπάρχουν διαφορές ανάλογα με το σύστημα εκτροφής και φυλων , πιθανώς λόγω των διαφορών στις πρακτικές διατροφής και διαχείρισης.

    Όσον αφορά την εποχή, η περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνες τείνει να είναι υψηλότερη κατά τη διάρκεια των ψυχρών εποχών και να μειώνεται το καλοκαίρι λόγω των θερμών καιρικών συνθηκών.

    • Δείκτης θρέπτικης κατάστασης (ΔΘΚ).Δείκτης θρέπτικης κατάστασης Συνιστάται το πρόβατο να έχει ΔΘΚ 2,75-3 κατά τον τοκετό, ώστε να μπορέσει να κινητοποιήσει τα αποθέματα του σώματός του κατά την έναρξη της γαλακτοπαραγωγής, όταν οι διατροφικές απαιτήσεις θα είναι υψηλές και η ικανότητα πρόσληψης είναι ακόμη περιορισμένη, και έτσι να μπορέσει να επιτύχει τη μέγιστη δυνατή απόδοση που δίνει η γενετική του αξία. Μετά από αυτή την περίοδο κινητοποίησης των αποθεμάτων, η διατροφή θα πρέπει να είναι αρκετή για να καλύψει τις απαιτήσεις της γαλακτοπαραγωγής (και όχι για να περιορίσει τις δυνατότητες παραγωγής) και να επιτρέψει την αποκατάσταση των αποθεμάτων του οργανισμού.

    Τα μοτίβα της γαλακτοπαραγωγής και η εξέλιξη της περιεκτικότητας σε λίπος και πρωτεΐνη μιας “τυπικής” καμπύλης γαλακτοπαραγωγής ( μην λαμβάνετε υπόψη τις συγκεκριμένες τιμές του γραφικού) παρουσιάζονται στο Σχήμα 1: η περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη είναι υψηλή αμέσως μετά τον τοκετό, αλλά στη συνέχεια μειώνεται γρήγορα και παρουσιάζει ελάχιστα επίπεδα γύρω από την μέγιστη γαλακτοπαραγωγή και αυξάνεται στη συνέχεια μέχρι το τέλος της γαλακτοπαραγωγής.

    Σχήμα 1 – Εξέλιξη της γαλακτοπαραγωγής, της περιεκτικότητας σε λίπος και πρωτεΐνη κατά τη διάρκεια της γαλακτοπαραγωγής (δεδομένα ενός μεμονωμένου προβάτου)

    1. Διαχείριση διατροφής: Το ύψος της γαλακτοπαραγωγης και η σύσταση του γάλακτος (λίπος, πρωτεΐνες, καζεΐνη και πρωτεΐνες ορού, αλλά όχι λακτόζη) είναι αρνητικά συσχετισμένες στα πρόβατα, υποδεικνύοντας την ανάγκη εξεύρεσης ισορροπίας μεταξύ των πρακτικών διατροφής που αυξάνουν την γαλακτοπαραγωγή και μειώνουν την συσταση . Το υψος και η ποιότητα της γαλακτοπαραγωγής εξαρτώνται από το επίπεδο πρόσληψης (ποσότητα ζωοτροφών ή ενέργειας που καταναλώνεται) και τη σύνθεση ή την ποιότητα των συστατικών του σιτηρεσίου.

    • Επίπεδο πρόσληψης.. Ένα υψηλό επίπεδο πρόσληψης (ή επίπεδο διατροφής – δηλαδή η ποσότητα ενέργειας που καταναλώνεται από το πρόβατο) συνεπάγεται γενικά υψηλή γαλακτοπαραγωγή και ελαφρά αύξηση της περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες και καζεΐνη στο γάλα. Αντίθετα, μειώνει την περιεκτικότητα του γάλακτος σε λίπος. Στην πραγματικότητα, οι εξαιρετικά υψηλές αναλογίες συμπυκνωμάτων προς χονδροειδή (π.χ. 80:20) συνήθως προκαλούν το σύνδρομο χαμηλής περιεκτικότητας σε λίπος στο γάλα). Ως εκ τούτου, πρέπει να εξασφαλίζεται η πρόσληψη ζωοτροφών σε επαρκή ποσότητα και ποιότητα.

    • Σύνθεση των συμπυκνωμένων ζωοτροφών
      • Συμπλήρωματικές ζωοτροφές εμπλουτισμένες με λιπαρά. Γενικά, η διατροφή των προβάτων με πρόσθετο λίπος που αντιπροσωπεύει έως και 4-5% του λίπους επί της συνολικής ΞΟ, οδηγεί σε αύξηση της περιεκτικότητας του γάλακτος σε λίπος. Όμως, οι υψηλότερες συγκεντρώσεις λίπους στο σιτηρέσιο μπορεί να οδηγήσουν σε μείωση του λίπους του γάλακτος. Ανάλογα με την ζωοτροφή ή την πηγή λίπους, το προφίλ των λιπαρών οξέων του λίπους του γάλακτος μπορεί να αλλάξει προς ένα πιο υγιεινό πρότυπο (περισσότερα ακόρεστα λιπαρά οξέα). τα ψυχρής έκθλιψης συμπιεσμένα “κέικ” ή τα έλαια από ελαιοκράμβη, ηλίανθο, λινάρι κ.λπ. μπορούν να αποτελέσουν ενδιαφέρουσες ζωοτροφές για το σκοπό αυτό.
      • Παροχή διαιτητικών πρωτεϊνών. Η πρωτεΐνη στο γάλα είναι πολύ πιο δύσκολο να τροποποιηθεί διατροφικά από ό,τι το λίπος. Γενικά, η συγκέντρωση της ακατέργαστης πρωτεΐνης της ζωοτροφής επηρεάζει το υψος της γαλακτοπαραγωγής, αλλά όχι το ποσοστό της πρωτεΐνης του γάλακτος, και έτσι η απόδοση της πρωτεΐνης αυξάνεται. Ωστόσο, όταν η διατροφή είναι ανεπαρκής σε ακατέργαστη πρωτεΐνη, πράγμα που συμβαίνει συχνά όταν τα πρόβατα τρέφονται με κακής ποιότητας χορτονομή, η περιεκτικότητα του γάλακτος σε πρωτεΐνη μειώνεται. Για σιτηρέσια με φαινομενικά υψηλή περιεκτικότητα σε διαιτητική ακατέργαστη πρωτεΐνη, αλλά το ποσοστό πρωτεΐνης γάλακτος είναι χαμηλό, αυτό μπορεί να σημαίνει περίσσεια μη αποικοδομήσιμης πρωτεΐνης στο σιτηρέσιο (αυτό συμβαίνει συνήθως στην περίπτωση πολύ νεαρών χόρτων ή κακώς διατηρημένων ενσιρωμάτων).
    • Η συγκέντρωση λίπους (%) συνήθως συσχετίζεται θετικά με τη συγκέντρωση ουδέτερων φυτικών ινών (NDF) στη διατροφή. Τα συνιστώμενα επίπεδα NDF δεν πρέπει να πέφτουν κάτω από το 30-32% της ΞΟ στο σιτηρέσιο για να αποφευχθεί η χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά στο γάλα. Ωστόσο, οι ζωοτροφές με πάνω από αυτό το επίπεδο ΞΟ δεν παρουσιάζουν περαιτέρω αύξηση της συγκέντρωσης λίπους στο γάλα.

    Μια σημαντική πτυχή των διαιτητικών ινών σχετίζεται με την ποιότητά τους. Και όσον αφορά την ποιότητά τους, οι ψυχανθρώδεις φυτικές ίνες, όπως οι NDF που προέρχονται από τη μηδική, είναι πιο εύπεπτες και οδηγούν σε μεγαλύτερη εκούσια πρόσληψη. Κατά συνέπεια, το γάλα που παράγεται με ζωοτροφές που βασίζονται σε βοσκότοπους είναι συνήθως πιο πλούσιο σε λίπος και πρωτεΐνες από αυτό που παράγεται από πρόβατα που διατηρούνται σε εσωτερικούς χώρους και τρέφονται με σανό και ενσιρώματα, ιδίως όταν οι βοσκότοποι είναι πλούσιοι σε ψυχανθή. Ως εκ τούτου, πρέπει να δοθεί προσοχή στη σύνθεση του βοσκότοπου.

    Ωστόσο, όταν τα συστήματα βόσκησης συγκρίνονται με τα συστήματά εσωτερικού χώρου, τα συστατικά του γάλακτος (λίπος, πρωτεΐνη, λακτόζη) φαίνεται να επηρεάζονται μάλλον λιγότερο από τον τύπο του συστήματος εκτροφής παρά από το ύψος της γαλακτοπαραγωγής, και έτσι οι διαφορές εξαρτώνται από την ποσότητα της καταναλισκόμενης ενέργειας.

    Επίσης, η επίδραση του συστήματος διατροφής των προβατίνων στη σύνθεση του γάλακτος έχει τύχει μεγάλης προσοχής στο παρελθόν και είναι ευρέως αποδεκτό ότι το σύστημα διατροφής έχει σημαντικές επιπτώσεις στη σύνθεση των Λιπαρών οξέων με ιδιαίτερη έμφαση στα ωφέλιμα για την υγεία συστατικά των ακόρεστων λιπαρών οξέων (UFA), ιδιαίτερα του CLA (συζευγμένο λινολεϊκό οξύ). Οι συγκεντρώσεις CLA στο γάλα είναι υψηλότερες όταν τα ζώα βόσκουν σε βοσκότοπο. Αυτό οφείλεται στην υψηλότερη πρόσληψη πολυακόρεστων λιπαρών οξέων στους βοσκότοπους σε σύγκριση με τις αποξηραμένες χορτονοµές. Η ωριμότητα της χορτονομής φαίνεται επίσης να είναι ένας σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει τη συγκέντρωση CLA στο γάλα. Στα μηρυκαστικά η πρόσληψη ζωοτροφών που περιέχουν χορτονομές στο πρώιμο στάδιο ανάπτυξης αυξάνει την περιεκτικότητα του γάλακτος σε CLA σε σύγκριση με τις ζωοτροφές που περιλαμβάνουν χορτονομές όψιμης ανάπτυξης ή δεύτερης κοπής.

    1. Μήνας τοκετού: Η επίδραση αυτή προκύπτει συνήθως από το συνδυασμό της κοινής επίδρασης της φωτοπεριόδου, των καιρικών και περιβαλλοντικών συνθηκών, της διαθεσιμότητας των βοσκοτόπων και της διαχείρισης. Επομένως, μπορεί να είναι πολύ συγκεκριμένο για κάθε παραγωγικό σύστημα. Σύμφωνα με αρκετούς συγγραφείς που εργάζονται με διαφορετικές φυλές, όπως η Comisana (Sevi et al. 2003), η Tsigai, η βελτιωμένη Valachian, η Lacanune (Oravcova et al. 2007), ή η Latxa (Pineda et al., προσωπική επικοινωνία), η χαμηλότερη περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη εντοπίζεται συνήθως στις προβατίνες που γεννούν το χειμώνα (Ιανουάριο και Φεβρουάριο) σε σύγκριση με τις προβατίνες που γεννούν την άνοιξη (Μάρτιο-Απρίλιο), ή το φθινόπωρο (Οκτώβριο-Νοέμβριο).
    1. Όσον αφορά την ποιότητα του γάλακτος της παγολεκανης, πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η σύνθεση της ομάδας αρμέγματος (όσον αφορά τα χαρακτηριστικά των προβάτων που αποτελούν την ομάδα: ηλικία, ημέρες από την ημερομηνία τοκετού):
    • Όταν τα περισσότερα πρόβατα γεννήσουν και αρχίσουν να αρμέγονται περίπου ταυτόχρονα, η περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη του γάλακτος της παγολεκάνης θα εξελιχθεί με παρόμοιο τρόπο όπως στην περίπτωση της καμπύλης γαλακτοπαραγωγής ενός μεμονωμένου προβάτου: υψηλότερη απόδοση γάλακτος και χαμηλότερη περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη στην αρχή της περιόδου αρμέγματος και στη συνέχεια αρκετά γρήγορη αύξηση της περιεκτικότητας σε λίπος και πρωτεΐνες καθώς μειώνεται η ποσότητα του γάλακτος.
    • Ωστόσο, εάν το κοπάδι ακολουθεί ένα πιο διεσπαρμένο μοτίβο τοκετών καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους (αρκετές περίοδοι τοκετών ή περίοδοι αιχμής τοκετών), θα υπάρχουν διαφορετικές παρτίδες προβάτων που θα ενταχθούν στην ομάδα αρμέγματος (με υψηλές γαλακτοπαραγωγές και χαμηλότερη περιεκτικότητα σε λίπος και πρωτεΐνη). Το αποτέλεσμα είναι ότι τόσο η συνολική ποσότητα του παραγόμενου γάλακτος όσο και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά θα εξελίσσονται με πιο σταθερό και σταθερό τρόπο.

      Θεμα: διατροφή/διαχείριση

      Γαλακτοπαραγωγά και/ή κρεοπαραγωγά πρόβατα: Γαλακτοπαραγωγά

      Κατηγορία ζώου: Προβατίνες

      Μηνύματα για το μέλλον
      • ΔΘΚ κατά τον τοκετό πρέπει να είναι πάνω από 2,75 (μέχρι 3,25)
      • Παροχή ισορροπημένης διατροφής σε ενέργεια/πρωτεΐνη και χονδροειδής/συμπυκνώμένες: η χρήση υψηλού ποσοστού συμπηκνωμένων (>60% ξηρας ουσίας ) στις ζωοτροφές μπορεί να οδηγήσει σε μείωση τόσο της περιεκτικότητας του γάλακτος σε λίπος όσο και σε πρωτεΐνη κατά τους πρώτους μήνες της γαλακτοπαραγωγής.
      • Τα πρόβατα πρέπει πάντα να έχουν πρόσβαση σε χονδροειδης ζωοτροφές επαρκούς ποσότητας και ποιότητας.
      • Η περιεκτικότητα της δίαιτας σε NDF θα πρέπει να είναι περίπου 30-32% της ΞΟ, ώστε να αποφεύγεται η χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά του γάλακτος.
      • Στα συστήματα βόσκησης, προσπαθήστε να διατηρήσετε υψηλή παρουσία ψυχανθών στους βοσκότοπους.
      • Λάβετε υποψην σας σιτηρέσια που περιέχουν έως και 4-5% λίπος, ιδίως με ζωοτροφές πλούσιες σε ακόρεστα λιπαρά οξέα.
      • Η αναπαραγωγική διαχείριση με στόχο την επίτευξη πολλαπλών περιόδων τοκετού οδηγεί σε σταθερότερη σύνθεση του γάλακτος της παγολεκάνης καθ’ όλη τη διάρκεια της γαλακτοπαραγωγικής περιόδου.

      Αυτό το άρθρο είναι επίσης διαθέσιμο στα: Γαλλικα